Sunday, November 13, 2016

Εργάσιμη

Δε ξέρω τι μου λες
Κι άντε γαμήσου

Εγώ αύριο πέρασα καλά
Εγώ αύριο έμαθα πολλά
 
Δε ξέρω τι μου λες
Εγώ προσπάθησα

Μοίρασα την ζωή σε καρκίνο κι άλογα
να μην χανόμαστε στα σταυροδρόμια

Βημάτισα ανόρεχτα για ώρες
χαράζοντας δυο πόδια - αναχωρητές ξεδιάντροπους
πάνω σε καζανάκια σχολικών τουαλετών
κι εσώφυλλα σπυριάρικων και άδειων λευκωμάτων

Να μάθουν τις αλήθειες και οι επόμενοι

Γυμνός, χοντρός και άσχημος
ρώτησα και ρωτήθηκα
για όσα τυρρανούν τους ήσυχους
τους σάτυρους τους φθινοπωρινούς

Για την γυαλάδα των σβηστών ματιών
Την άλυτη θλίψη του ξεραμένου αίματος
Το γδάρσιμο της γάμπας της αξύριστης στον κρόταφο
Και για την κράμπα στο σαγόνι απ' τα θριαμβευτικά χασμουρητά

Κι αν δεν απάντησα η απάντησαν
είναι γιατί δεν μάθαμε ποτέ να ευγνωμονούμε
Μόνο απο φτυάρια μάθαμε
Ή να χασκογελάμε ενοχικά κάθε που πλένουμε αγγούρια

Σκάψε λοιπόν και πιες όσο προλάβεις

Ό,τι κι αν είπες, λες ή πεις
Εγώ αύριο έφυγα

Σαν κάτι που έφευγε καιρό, έφυγα
Αυτομολώντας ζόρικα
Προδίδοντας καιρούς παλιούς
Και θάλασσες ζωγράφων
Έτρεξα ατσούμπαλα και ίσια προς τα πάνω

Τρυπώντας φρενιασμένα
την ομφαλία αχλή μιας μέγαιρας στρατόσφαιρας
Νύσταξα
Γελάστηκα
Ξέχασα

Ξεχάστηκα

Τι έλεγα - α, ναι

Φαιδρός και μανιασμένος πυροβλήτης
Έκαψα τρύπες στ' ουρανού τη νυχτικιά
Να πάρουμε επιτέλους λίγο μάτι

Κάφτρα γλυκιά απο τζούρα κερασμένη
Κάηκα
Μαύρισα
Έσταξα κι έπεσα στα μάτια μου
Να μάθω να θρηνώ απ' την αρχή

Κι έτσι για πλάκα
Αύριο πέθανα
Απο πλήξη ή έρωτα πέθανα
Δεν ξέρω να σου πω
Δεν το θυμάμαι

Παράτα με πια

Σε δυο ώρες ξυπνάω
και το Μετρό έχει απεργία

Λυπήσου με

Thursday, October 20, 2016

Βίζιτα


ύστερα


απλά


εμφανίστηκαν


ούτε ήρθαν

ούτε περίμεναν, ας πούμε

σκεβρωμένοι πίσω απ' τον γαλάζιο καναπέ


το ξέρω αυτό γιατί έψαξα 

κι απόψε και προχθές και πέρυσι

πίσω και κάτω απο τα έπιπλα


όπως πρέπει


απλά ήταν εκεί

και όλο μιλούσαν

και έλεγαν και μιλούσαν σα να 'ξέραν

όλο κάτι ζητούσαν με κείνες τις φωνές

τις τσίγκινες φωνές που έπρεπε να μιλούν

για να μου πουν αυτά που έλεγαν


πότε οι κουβέντες έσκυβαν

λεπίδια χνουδωτά να μ' αγκαλιάσουν

άλλοτε υψώνονταν αυτάρεσκα

γίγαντες από γρανίτη κι έβενο

καυλιά θεών ξεσκέπαστα στου σύμπαντος τις κλίνες

σκουραίνοντας τρεις τόνους το δαμασκηνί χαλί μου

κάτι το εξοργιστικό, αλήθεια, γιατί έτσι έδειχνε καλύτερο


και η ώρα ήταν η ώρα που έπρεπε να κοιμηθώ

μιας και ποτέ δεν έπρεπε να βλέπω ή να μισώ

πέραν της ώρα που έπρεπε γλυκά να κοιμηθώ

και εντάξει, αυτό αντέχεται

μα ο ανεμιστήρας στο τραπεζάκι του καφέ

έτριζε δυο μέρες ασταμάτητα

και αυτό ρε, δεν αντέχεται

ευτυχώς δεν το πρόσεξαν

νομίζω δεν είχαν αυτιά

εγώ λυπήθηκα πολύ γιατί είχα

ακόμα έχω, δηλαδή


και όλο να κάνω πως ακούω

ακόμα και πως καταλαβαίνω


όμως δεν καταλάβαινα


πίρι και πίρι πίρι λοιπόν

και για την κρεμασμένη στο ταβάνι μου

ούτε λόγος


κάποτε παραιτήθηκα

και αφοσιώθηκα ολόκληρος σ' εκείνη

έξω είχε κάτι σαν άνοιξη η φθινόπωρο

κάτι ενδιάμεσο τέλος πάντων

και ένα αεράκι έφηβο έμοιαζε να την χαϊδεύει

ενώ ξεκούραζε κι απόψε τον λαιμό της στο ταβάνι

και μάλλον ήθελε χορούς

γιατί την είδα να κουνιέται

πέρα δώθε, αλλά διακριτικά - πάντα θα ήταν ντροπαλή, σκεφτόμουν


την χάζευα λοιπόν λες και την ήξερα

και μάλλον θα νομίσανε πως βρήκα το θεό

γιατί κάποτε πια κοιτάχτηκαν

και ησυχάσανε

και όπως έιχαν εμφανιστεί

είχαν πια φύγει

ευχαρίστησα μονολεκτικά την φίλη μου

και τραβήχτηκα βιαστικά απ' τη σκηνή


κάτι άρχισε να λέει

μ' εκείνη την φωνή που έπρεπε να μιλά

για να μου πει αυτά που έλεγε

εγώ ήδη βούρτσιζα τα δόντια μου στο μπάνιο


λες και είχε σημασία


λες και κάτι απ' όλα αυτά είχε σημασία

Thursday, September 8, 2016

Διάλλειμα

-λοιπόν
ραντεβού κάτω απ' τις σκάλες
όταν χτυπήσει το κουδούνι
θα σου πω να τα φτιάξουμε
θα μου πεις δε ξέρω
θα βγάλω τα μάτια μου
θα τα χώσω στις τσέπες σου
"ε καλά τότε" θα πεις
και μετά στο κυλικείο
μισή-μισή την κασερόπιτα
δεν έχω λεφτά ρε
και μετά πάλι κουδούνι
και τι να κάνω τώρα χωρίς μάτια
τα παιδιά θα με κοροϊδεύουν
κι έχουμε και γεωγραφία
και πώς θα δείχνω τώρα τις πρωτεύουσες
και η δασκάλα...

-χέσε τη δασκάλα

χέσε τις πρωτεύουσες

και χέσε τα παιδιά

είμαι δικιά σου, ηλίθιε

Sunday, August 28, 2016

Πρόλογος

...και αφού τελείωσαν

ξήλωσαν βιαστικά

λίγο ουρανό να σκουπιστούν

γυρίσανε πλευρό και πέθαναν

και κανείς

ποτέ

δεν ξαναμίλησε

γι' αυτούς

Wednesday, August 24, 2016

Προστακτική


Γλύψε και σκίσε με

Ήσυχα
Γλυκά, όπως υπάρχεις

Πέτρα καμμένη στα νερά

Σάλιο και προσευχή

Πέρα για πέρα ανάλγητη

Άλικη, θεριεμένη

Γείρε και χτίσου πάνω μου

Γείρε και γύρω γίνε 
αχόρταγος και λιμασμένος άνεμος

και πάρε με στον διάολο μαζί σου


Δεν θα 'μαι εδώ για πάντα, ξέρεις
Ν' ακούω καρτερικά το γέλιο σου ν' ανθίζει και να χύνεται
απο τις γρίλιες του κλιματιστικού
Ή να θρηνείς ψιθυριστά πίσω απ' την πόρτα της κατάψυξης


Δεν θα 'μαι εδώ για πάντα


Σκάσε λοιπόν και σκίσε με


Ήσυχα

Κρυφά

Όπως υπάρχεις